Ο Καρμάικλ και ο Μέρβιν αφήνουν για λίγο το δωμάτιο του ξενοδοχείου και δίνουν ραντεβού στο unblock.gr για να μας αποκαλύψουν τι αναζητούν μέσα στην μοναξιά τους…
Ο Δημήτρης Πετρόπουλος και ο Γεράσιμος Σκαφίδας μας μιλούν για την παράσταση «Ο κουλοχέρης του Σποκέιν», η οποία ανεβαίνει –για 4η χρονιά- στο θέατρο Olvio.
Μια μαύρη κωμωδία, στην οποία πολλές φορές θα γελάσετε, αλλά «αυτό δεν είναι το ζητούμενο».
Δ. Πετρόπουλος: «Το θέμα δεν είναι απλά να γελάσεις»
«Ο κόσμος φεύγει πάντα ευχαριστημένος από την παράσταση» λέει ο Δημήτρης Πετρόπουλος, που ανέλαβε φέτος το ρόλο του Κουλοχέρη. «Όταν όμως ρωτάς τι συμβαίνει στο έργο και δεν ξέρουν να σου απαντήσουν, εγώ πληγώνομαι. Το θέμα δεν είναι απλά να γελάσεις, αλλά να πάρεις και κάτι μαζί σου». «Η παράσταση αυτή είναι σαν να έχεις ένα οργανισμό, που έχει κάποιες συνήθειες. Επειδή παίζεται πολλά χρόνια και από πολλούς ηθοποιούς έχει πάρει και κάποια «χούγια» και της αρέσει (της παράστασης) που δημιουργεί κάποιες στιγμές ευφορία. Εγώ νομίζω ότι θα δημιουργούσε τις ίδιες και εντονότερες αν υποστηρίζονταν περισσότερο εις βάθος. Δεν θα μου φαινόταν καθόλου ότι θα βάραινε. Νομίζω μάλιστα ότι τότε θα ενοποιούνταν όλα», λέει χαρακτηριστικά.
«Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα δεν έγραψε κατά τη γνώμη μου ένα έργο που ολοκληρώνεται –με τη σύμπραξη του θεατή- στο «τι πλακίτσα είχε.» Δεν νομίζω ότι κανένας άνθρωπος θα περιορίζονταν σε αυτό», λέει χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως ο έλληνας –ακόμα και τα τελευταία χρόνια, με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει δεν έχει ανάγκη απλά να γελάσει. «Εγώ φέτος είμαι σε τέσσερις παραστάσεις που πάνε πολύ καλά και καμία από αυτές δεν έχει υπόσχεται πλακίτσα», σημειώνει.
«Τα έργα του Μακ Ντόνα έχουν μια μεγάλη εσωτερική υπερδιέγερση και μια επιθετικότητα και λαχτάρα για ξεκαθάρισμα λογαριασμών που δεν ξεκαθαρίζουν ποτέ. Παραμείνουν εκκρεμείς», λέει για το κείμενο του κουλοχέρη, το οποίο όπως παραδέχεται «είναι σίγουρα ξένο για το ελληνικό κοινό, για πολλούς λόγους. Πρώτα από όλα η γραφή, σε συνδυασμό με το ότι είναι το μοναδικό έργο που ο ΜακΝτόνα τοποθετεί στις ΗΠΑ, άρα και εκείνος επιλέγει ένα τρίτο μέρος. Κάποιες παράμετροι που σε εκείνη την κοινωνία είναι ενταγμένες στην πραγματικότητα των ανθρώπων, όπως το εμπόριο ανθρώπινων μελών, για εμάς είναι κάτι τελείως ξένο Αυτό είναι ένα εμπόδιο. Αν το έργο ανέβαινε στο Μπροντγουεί, σίγουρα το κοινό δεν θα παραξενευόταν, θα ήταν κάτι γνώριμο.
Ο ήρωας
Ο Καρμάικλ κάνει μια πολύ μεγάλης διάρκειας διαδρομή μέσα στη ζωή, βρίσκεται πια ουσιαστικά στην αρχή της δύσης του», εξηγεί, αναφερόμενος στο ρόλο που υποδύεται. «Όλη του τη ζωή κάτι αναζητά. Στην αρχή η ανάγκη του είναι να το βρει και στη συνέχεια μετατρέπεται σε ανάγκη της ίδιας της αναζήτησης. Οπότε έχει μια μετακίνηση. Τώρα πια έχει -με δική του απόφαση- κλείσει ένας κύκλος, είναι η τελευταία του απόπειρα. Κρίνοντας από το φινάλε, ο κύκλος έχει κλείσει, είτε είναι το χέρι του, είτε δεν είναι το χέρι του».
«Αυτό που ψάχνει είναι να γίνει ολόκληρος. Νιώθει ανολοκλήρωτος, η ρωγμή του είναι βαθύτερη και η γρατζουνιά είναι μεγαλύτερη. Ο συμβολισμένος του κομμένου χεριού είναι η κομμένη ψυχή… Και μάλιστα έχασε το χέρι του στην εφηβεία, στην περίοδο του αυτοπροσδιορισμού, σε εκείνον έλειπε κάτι πολύ βασικό για να προχωρήσει».
«Νομίζω πως αν οι τέσσερις ήρωες μπορούσαν πραγματικά να επικοινωνήσουν ίσως να υπήρχαν ανακατατάξεις στις ισορροπίες τους. Βέβαια τα προβλήματα πιθανόν να μην λύνονταν, αλλά –όπως φαίνεται από τις λίγες στιγμές που επικοινωνούν, θα μπορούσε να ανοίξει ένας δρόμος. Είναι όλοι παιδιά που δεν θέλουν να μεγαλώσουν». «Συνοπτικά είναι έρημοι, όχι μοναχικοί. Κι εγώ είμαι πολύ μοναχικός, αλλά δεν είμαι έρημος. Αυτοί έχουν ερημιά. Βιώνουν μια απόγνωση με διαφορετικό βαθμό συνειδητότητας. Ούτε ο Καρμάικλ ξέρει ακριβώς τι του συμβαίνει, ούτε το νεαρό ζευγάρι (που βρίσκονται ουσιαστικά σε μια διαδικασία ελιγμών επιβίωσης) και σίγουρα ούτε ο Μέρβιν».
Γ. Σκαφίδας: Στην παράσταση, ο καθένας βρίσκει στοιχεία του εαυτού του
Ο… παλιός της παράστασης -καθώς όχι μόνο ερμηνεύει και τα 4 χρόνια τον Μέρβιν, αλλά έστησε μαζί με τον σκηνοθέτη Νίκο Χανιωτάκη τον «Κουλοχέρη του Σποκέιν»- Γεράσιμος Σκαφίδας, σημειώνει πως «κάθε φορά που γίνεται αυτή η παράσταση, από την πρώτη χρονιά μέχρι και σήμερα, είναι -και πρέπει να είναι- διαφορετική. Θεωρώ ότι αυτό έχει μία μαγεία», λέει χαρακτηριστικά. «Ωριμάζει κάθε χρόνο αυτό που κάνω εγώ. Πάντα κάποιος που παίζει ένα ρόλο ανακαλύπτει πράγματα που, ανάλογα και με τους ανθρώπους που συνεργάζεται, αλλάζουν. Παρόλο που η παράσταση είναι ίδια, ως προς το ότι η ιστορία είναι η ίδια, κάθε πράγμα μπορεί να το δει κανείς από πολλές και διαφορετικές οπτικές. Και στο θέατρο το θέμα είναι να μπορείς να επικοινωνείς με τον άλλο, να παίρνεις και να δίνεις. Πρέπει κανείς να είναι ανοιχτός σε αυτό. Ο καθένας έχει την προσωπικότητά του και αντιλαμβάνεται αλλιώς τα πράγματα. Γι αυτό, ένας άνθρωπος που παίζει μια παράσταση 4 χρόνια οφείλει να ακολουθεί. Θεωρώ ότι είναι πολύ πιο ώριμα τα πράγματα πια για τον Μέρβιν, αυτός ο ρόλος μου αρέσει πάρα πολύ και είμαι μεγάλη ευκαιρία για μένα και τον αγαπώ πολύ».
Ένα συμβολικό έργο
Στο ίδιο μήκος κύματος με τον Δ. Πετρόπουλο, ο Γεράσιμος επισημαίνει πως «πέρα από το ότι πρόκειται για μια μαύρη κωμωδία -και ο κόσμος έλκεται από το γεγονός ότι θα δει κάτι διαφορετικό και θα γελάσει- έχει και νόημα από κάτω. Πρόκειται για τέσσερις τύπους βαθιά μοναχικούς και μελαγχολικούς, που ο καθένας έχει την ιδιοσυγκρασία του. Το έργο είναι πολύ συμβολικό, παρότι η επιλογή είναι να ανέβει ρεαλιστικά, και «βγαίνει» από αυτό ότι ο καθένας στη ζωή του πάντα κάτι αναζητά το οποίο οι άλλοι μπορεί να μην καταλαβαίνουν ή να το θεωρούν παράξενο, παράταιρο, αλλά αν είναι σημαντικό γι αυτούς, τότε έχει αξία. Όταν αυτό το διεκδικούν τότε αυτό αποκτά μία δύναμη».
«Ο Μέρβιν έχει συνδυάσει τη ζωή του και τα στοιχεία του χαρακτήρα του με ένα ζώο. Και αυτό λέει πολλά για την ιδιοσυγκρασία του», λέει αναφερόμενος στο ρόλο του, ενώ για τον Καρμάικλ σημειώνει ότι «και αυτός αναζητά κάτι. Δεν έχει σημασία αν το έχει ή όχι, σημασία έχει πως βάζει κάποιο στόχο και αυτό του δίνει δύναμη να συνεχίσει. Νομίζω ότι βλέποντας αυτή την παράσταση, ο καθένας βρίσκει στοιχεία του εαυτού του. Γι αυτό επιλέγει και να τη δει. Είναι μια παράσταση που δεν θα γελάσει μόνο, θα προβληματιστεί γι αυτό που βλέπει και θα συγκινηθεί».
Ο Γεράσιμος Σκαφίδας, μαζί με τον σκηνοθέτη Νίκο Χανιωτάκη, με τον οποίο πρωτοσυναντήθηκαν στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, είναι ουσιαστικά εμπνευστές και δημιουργοί της παράστασης. Μιλώντας για τον Ν. Χανιωτάκη, ο Γεράσιμος σημειώνει πως πρόκειται για μια σπάνια φιλία και κατ΄ επέκταση συνεργασία. «Είμαστε από τη σχολή μαζί, φίλοι και συνεργάτες, και έχουμε έναν κοινό κώδικα, επειδή βλέπουμε πολλά πράγματα με κοινό μάτι. Του οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου έδωσε με τον ρόλο του Μέρβιν».
Διαβάστε επίσης:
Αυτός ο Κουλοχέρης θα σας κάνει πλουσιότερους