Ήταν μία συνέντευξη διαφορετική από τις άλλες.
Γιατί, μπορεί να έχω πάρει πολλές συνεντεύξεις, αλλά αυτή τη φορά είχα απέναντί μου έναν φίλο από τα παλιά.
Έναν συνάδελφο που μοιραζόμαστε χρόνια το ίδιο γραφείο σε μία εφημερίδα και τώρα βρισκόμουν μαζί του στο θέατρο για να τον ρωτήσω γα το έργο που έχει γράψει.
Και δίπλα του έναν από τους ηθοποιούς που έχω συνδέσει με τα νιάτα μου.
Μια ιδιαίτερη στιγμή, για μια ιδιαίτερη παράσταση…
Γιατί βλέποντας την «Μέθοδο Αντισύλληψης» στο θέατρο Λύχνος και μιλώντας γι αυτή με το συγγραφέα της Γιάννη Βασιλακόπουλο και τον σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή Σπύρο Ιωάννου, κατάλαβα ότι ακόμα υπάρχουν άνθρωποι με μεράκι για το θέατρο.
Και αυτό είναι μια μοναδική στιγμή μαγείας στον -έτσι κι αλλιώς μαγικό- κόσμο του θεάτρου…
Ένα παιδικό όνειρο που έγινε πραγματικότητα είναι το έργο αυτό για τον συγγραφέα του, Γιάννη Βασιλακόπουλο.
«Είχα από παιδί όνειρο να εμπλακώ στο χώρο του θεάτρου ως συγγραφέας. Από τα αρκετά πράγματα που έχω γράψει, θεώρησα ότι η Μέθοδος Αντισύλληψης» είναι το πιο ώριμο για να ανέβει στη σκηνή».
Η ιστορία του έργου περνάει μέσα από ένα… σουβλατζίδικο!
«Γνώρισα κάποια στιγμή σε ένα σουβλατζίδικο στην Κυψέλη τον σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή πλέον της παράστασης, Σπύρο Ιωάννου και του έδωσα το κείμενο το οποίο, πριν γίνει θεατρικό, είχε κυκλοφορήσει σε βιβλίο. Το διάβασε μου είπε «είναι πολύ ωραίο και με κάποιες προσαρμογές μπορούμε να το ανεβάσουμε». Και έτσι ξεκινήσαμε».
Δεν χρειάστηκε να το σκεφτώ και πολύ, λέει από την πλευρά του ο Σπύρος Ιωάννου. «Μου άρεσε πάρα πολύ η πλοκή, το σασπένς, οι χαρακτήρες που είχε δώσει, το μυστήριο που δεν προδίδει το τι πρόκειται να δεις. Κυρίως, το ότι ονομάστηκε κωμωδία και κωμωδία δεν είναι… άντε να κάνουμε κάτι να γελάσει ο κόσμος. Η κωμωδία έρχεται μέσα από τις καταστάσεις της γραφής του Γιάννη. Έτσι, χωρίς να το σκεφτώ πολύ, είπα «πάμε παρακάτω». Του εξήγησα βέβαια ότι για να γίνει αυτό το κείμενο διασκευή θεάτρου θέλει πολύ δουλειά και θα στοιχίσει χρήματα. Δεν έφερε αντίρρηση σε τίποτα».
Και η δουλειά ξεκίνησε…
«Το χρονικό διάστημα των τριών μηνών που είχαμε για να το δουλέψουμε, μπήκα κι εγώ αμέσως και… απότομα στα διαδικαστικά του χώρου, όπως το ότι δεν μπορείς να κάνεις παράσταση όποτε και όπως θέλεις, ή ότι, όσο καλό κι αν είναι το έργο δεν μπορείς να το ανεβάσεις για όσο καιρό θέλεις», σημειώνει ο συγγραφέας του έργου.
«Μέσα από όλη τη διαδικασία έμαθα πάρα πολλά. Πάνω από όλα όμως έψαξα τον εαυτό μου και συνειδητοποίησα ότι καθάριζε η ψυχή μου και το μυαλό μου.
Γι αυτό, αν και δούλεψα πάρα πολύ, 15ωρα ολόκληρα, αυτά περνούσαν σαν νερό. Δεν είχα καμία αίσθηση κούρασης».
Όσο για το γεγονός ότι το κείμενο του ανεβαίνει με τη σκηνοθετική ματιά κάποιου άλλου, ο Γιάννης δεν βλέπει καμία διαφορά. «Με τον Σπύρο έχουμε εξαιρετική συνεργασία, βαδίζουμε σε κοινούς δρόμους σκέψης. Έχουμε περάσει ώρες μαζί, όπως και με όλα τα παιδιά του θιάσου, σε σημείο που να αισθάνομαι πραγματικά πως έχω βρει μία δεύτερη οικογένεια».
«Είμαι τυχερός, προσθέτει, γιατί έλαβα σημαντική βοήθεια από μερικούς από τους σημαντικότερος ανθρώπους του θεάτρου που μεσουράνησαν τις δεκαετίες του ‘80 και του ‘90 και χαίρομαι, γιατί πιστεύω ότι μέσα από τη «Μέθοδο αντισύλληψης», θα τους γνωρίσει και η νέα γενιά».
«Αυτό που λέμε βιομηχανία της σόουμπιζ είναι εξαιρετικά άδικος χαρακτηρισμός», σημειώνει, με αφορμή τις ικανότητες των ανθρώπων που συνθέτουν το θίασο της «Μεθόδου Αντισύλληψης». «Τα τέσσερα παιδιά που συμπρωταγωνιστούν είναι τέσσερεις εξαιρετικοί ηθοποιοί. Ο καθένας δίνει το στίγμα του σε μια δουλειά που φαίνεται ότι τους αφορά όλους».
«Το έργο έχει πολλά στοιχήματα. Το πρώτο είναι το ίδιο το έργο. Το δεύτερο είναι –και όχι από ματαιοδοξία- ότι εγώ θέλω να έχω συνέχεια στο χώρο. Όχι για να οικονομήσω… Θέλω να δημιουργώ. Τώρα αν αυτό οδηγήσει και σε μια διαδικασία προσπορισμού, καλοδεχούμενο. Με ενδιαφέρει ο ρόλος του δημιουργού όχι του παραγωγού.
Μπήκα σε όλη αυτή τη διαδικασία, θέλοντας να αναδείξω κομμάτια της ζωής. Άλλωστε το θέατρο δεν είναι αντιρεαλιστικό, είναι η ίδια η ζωή. Και το έργο αυτό είναι μία κωμωδία στην οποία δεν ξεκαρδίζεσαι. Γελάς, αλλά γελάς έξυπνα, προβληματίζεσαι και συγκινείσαι. Με πολύ δυνατές στιγμές, έντονες στιγμές συναισθηματικής φόρτισης».
«Είναι ένα έργο στο οποίο δεν θα πούμε «ελάτε να το δείτε για να περάσει η ώρα σας», λέει ο Σπύρος Ιωάννου και θυμίζει μια παλιά θεατρική ιστορία, για να μας εξηγήσει τι εννοεί.
«Κάποτε, μετά από μία πρεμιέρα, είπε ο Μινωτής στην Παξινού: «Κατίνα πήγαμε πάρα πολύ καλά». «Δεν νομίζω» απάντησε εκείνη. «Μα πως; Αφού έχουμε πολύ καλές κριτικές». «Τις κριτικές της διάβασα, αλλά δεν διάβασα να έγινε μετά την παράσταση ούτε ένα τρακάρισμα. Ούτε ένας θεατής δεν είχε ατύχημα. Αυτό σημαίνει ότι το μυαλό δεν έμεινε σε αυτό που είδαν».
Το καλό θέατρο είναι εκείνο που μένει στο μυαλό και μετά. Και η δική μας παράσταση πιστεύω ότι το πετυχαίνει αυτό», λέει ο σκηνοθέτης.
«Οδηγεί τον κόσμο στον προβληματισμό, μέσα από το γέλιο. Και το γέλιο βγαίνει μέσα από το δράμα, μέσα από τις καταστάσεις. Δεν γελάμε με τα απλά πράγματα, χαμογελάμε».
Η «Μέθοδος αντισύλληψης» είναι το πρώτο έργο του Γιάννη Βασιλακόπουλου που ανεβαίνει στη σκηνή και είναι λογικό να ρωτήσω τον σκηνοθέτη αν αυτό τον προβλημάτισε.
«Σαφώς και με προβλημάτισε. Αλλά εγώ γεννήθηκα έλληνας, οι πρώτες μου αναπνοές ήταν ελληνικές, έχω μάθει να κλαίω και να γελάω ελληνικά και σαφώς υποστηρίζω την ελληνική γραφή. Όχι όμως αυτή που θα γραφτεί σε μια βραδιά, στο πόδι. Η γραφή του Γιάννη είναι κάτι που θα μείνει και εύχομαι να έχει μέλλον».
Το κείμενο όμως θέλει και σωστή σκηνοθεσία. Και όπως λέει ο Γιάννης Βασιλακόπουλος αυτό το πέτυχε ο Σπύρος Ιωάννου. «Δεν έκανε… απλή σκηνοθεσία. Κυριολεκτικά την υπογράφει».
Ανάλογα είναι τα λόγια του και για τους υπόλοιπους συντελεστές.
«Ο Νίκος Ζιάγκος, ένας περιζήτητος ζεν πρεμιέ στις δεκαετίες του ΄80 και του ΄90, αποδεικνύει στη σκηνή ότι είναι ένας σπουδαίος θεατράνθρωπος, που κυριολεκτικά έχει «μπει» μέσα στο ρόλο του. Η Μαρία Δεληκωνσταντίνου, μια μοναδική καρατερίστα, την οποία μπορείς να ερωτευθείς για τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο μεταβαίνει από την καρικατούρα στο ρεαλισμό. Η Σοφιάννα Γρηγοριάδη, ένα 27χρονο κορίτσι που το επέλεξα προσωπικά να παίξει τον πρώτο γυναικείο ρόλο στο έργο, καθώς θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά ταλαντούχα. Ο Δημήτρης Τοπαλίδης ένας καταπληκτικός ηθοποιός που αυτό που μένει να κάνει στον εαυτό του μόνο είναι να διαχειριστεί σωστά την καλλιτεχνική του μοίρα. Και φυσικά η Έλενα Αθανασοπούλου, ένα από τα πιο εκρηκτικά πλάσματα που έχω γνωρίσει στη ζωή μου».
Τις χορογραφίες υπογράφει ο Φώτης Μεταξόπουλος. «Η μεγαλύτερη τιμή που ένοιωσα σ αυτήν τη διαδρομή, λέει ο Γιάννης Βασιλακόπουλος ήταν όταν ο Φώτης Μεταξόπουλος, μύθος του μιούζικαλ, του θεάτρου και του κινηματογράφου γύρισε, μόλις τέλειωσε η τζενεράλε και μου είπε ”μπράβο ρε μάγκα, το κείμενο είναι πολύ καλό, το έργο θα πάει”.
Όσο για τη διεύθυνση παραγωγής, την έχει αναλάβει η Άννα Μαρία Μυργιώτη. «Είναι αυστηρή αλλά αυτό μας κάνει καλό, καθώς δεν υπήρχαν πολλά χρήματα και έπρεπε να διατεθούν ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα στη λειτουργία της παράστασης. Γι αυτό και είμαστε από τις λίγες παραγωγές που δεν χρωστάμε τίποτα“.
Η παράσταση στο θέατρο Λύχνος δείχνει πως το ελληνικό θέατρο υπάρχει ακόμα και έχει μέλλον.
Όπως άλλωστε το ίδιο το θέατρο.
«Το θέατρο δεν θα πεθάνει ποτέ και η ιστορία μας έχει διδάξει ότι στις μεγάλες κρίσεις, πολέμους, κατοχή, επιβίωσε», λέει ο Σπύρος Ιωάννου.
«Το πρόβλημα στις μέρες μας είναι μόνο οικονομικό. Δεν μπορείς να κάνεις τις παραγωγές που θα ήθελες να κάνεις. Αλλά τελικά το θέατρο θα επιβιώσει. Και οι καλοί ηθοποιοί θα επιβιώσουν, γιατί αυτοί που αγαπάνε το θέατρο και σέβονται τον θεατή, το τελευταίο που τους νοιάζει είναι πόσα θα πάρουν».
Η καλύτερη επιβεβαίωση του ότι το θέατρο θα επιβιώσει έρχεται από τον Γιάννη Βασιλακόπουλο.
«Έχω ήδη έτοιμο το έργο της επόμενης σεζόν και δουλεύω ένα σενάριο για κινηματογραφική ταινία.
Βρήκα το δρόμο μου και αυτό είναι κάθαρση ψυχής»…
Μα αυτό δεν είναι το θέατρο;