Είχε πει ο Βρέννος, πετώντας το σπαθί του πάνω στη ρωμαϊκή ζυγαριά το 387 π.Χ. και περίπου δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά, η φράση επαναλαμβάνεται δια στόματος τοκογλύφων. Εκείνων που αφαιμάσσουν τον ελληνικό λαό, για ένα χρέος, το οποίο δεν δημιούργησε ο ίδιος…
Βεβαίως, η αλαζονεία του εν λόγω ηγέτη, αποτέλεσε και την Αχίλλειο πτέρνα του, με αποτέλεσμα να επέλθει γρήγορα η νέμεση, με την κατατρόπωσή του. Εδώ, στο «γαλατικό χωριό», τα δεδομένα δεν φαντάζουν ανατρέψιμα, καθώς, η ήττα μας, είναι πολυεπίπεδη και παρά το γεγονός ότι οι «εταίροι» μας, επιδεικνύουν παρόμοια αδιαλλαξία και υπεροψία.
Φυσικά, όλα αυτά ενδέχεται ν’ αποσκοπούν στη διάλυση της Ευρωπαϊκής «Ένωσης» ή μπορεί να καταλήξει σε αυτήν, ως απόρροια των κάκιστων χειρισμών από πλευράς νεοφιλελεύθερων ηγεμόνων. Από την άλλη μεριά, το ιμπεριαλιστικό παρασκήνιο έχει μεταφέρει τον πόλεμο στο εσωτερικό της Γηραιάς ηπείρου και οι εκπρόσωποί του υποδύονται πως βρίσκονται εν αναμονή αορίστων εξελίξεων στο διεθνές στερέωμα.
Την ίδια ώρα, η βιομηχανία όπλων απολαμβάνει τα οφέλη των μαχών και οι μαριονέτες του παγκόσμιου πολιτικού συστήματος περιμένουν νέες εντολές για τον ανασχεδιασμό των ατλάντων τους. Στη μέση αυτή της βίαιης και αναγκαίας προσαρμογής, με σκοπό την επιβίωση του ηθικώς κι εμπράκτως χρεωκοπημένου Καπιταλισμού, η Ελλάδα προσπαθεί κυριολεκτικώς να μην καταρρεύσει.
Με το εγχώριο Κεφάλαιο ν’ απέχει από το πλάνο της αλληλεγγύης, την Εκκλησία να διαφυλάττει τον πλούτο της, παριστάνοντας ότι δεν αντιλαμβάνεται πως ο τόπος τελεί υπό κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και την κυβέρνηση να προβαίνει σε διαρκείς συμβιβασμούς, αδυνατώντας ν’ αντιδράσει διαφορετικά, εμπρός στις γοργές μεταλλάξεις του κάθε ζητήματος.
Πώς κατάντησε έτσι ο πλανήτης; Σίγουρα, αυτό αποτελεί ένα εύλογο ερώτημα. Τι επιλογές έχουμε σαν πολίτες; Κρίνουμε ότι το πρόβλημα είναι η διαχείριση της όποιας κρίσης, πως πρέπει ν’ αλλάξει και πάλι χέρια η εξουσία; Πού κρύβεται η αλήθεια και η λύση; Ενδεχομένως σε κάποια επαναστατική λογική, ωστόσο, μήπως τα πράγματα είναι περισσότερο πολύπλοκα;
Σαν σήμερα, το 1821, ξέσπασε η ελληνική επανάσταση, μέσω της οποίας, εν τέλει απελευθερωθήκαμε από τον τουρκικό ζυγό. Σθεναρή αντίσταση υπήρξε και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Νικήσαμε και στις δύο περιπτώσεις. Όμως, τόσο η μία, όσο και η άλλη, δεν είχαν μόνον απελευθερωτικό χαρακτήρα ως προς τις ξένες δυνάμεις κατοχής, αλλά και ταξικό.
Ωστόσο, ουδέποτε δόθηκε η ευκαιρία σ’ εκείνους που πάλεψαν με το αίμα τους για την πατρίδα, να δώσουν σάρκα και οστά και στα οράματα, τα οποία είχαν για τον τόπο: Τη λαϊκή κυριαρχία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Οι νικητές μετατρέπονταν τεχνηέντως σε ηττημένους, καθώς ισχυρές ξένες και μειοψηφούσες εγχώριες δυνάμεις, δεν μας ήθελαν ποτέ πραγματικά ελεύθερους, μα πάντοτε εξαρτημένους, παραιτημένους και παραδομένους στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
Τω όντι, λοιπόν, η Ελλάδα μετετράπη σε προτεκτοράτο της Δύσης. Εκείνων που ευθύνονται για την φτωχοποίησή μας, που δεν μας αφήνουν να διεκδικήσουμε την εθνική ανεξαρτησία μας. Που θέλουν εμάς, τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας, σύγχρονους σκλάβους στις γαλέρες του φασιστικού πελάγους τους. Το περιβόητο «αντίπαλο δέος» δεν υπάρχει πια, ούτε ουσιαστικός σύμμαχος αχνοφαίνεται στον ορίζοντα. Παριστάνουμε κι εμείς ότι αναμένουμε τη διαμόρφωση των συσχετισμών. Αλίμονο στους ηττημένους…