…35 χρόνια. Καθώς “η μπαλίτσα” ήταν το οικονομικό κυριακάτικο καταφύγιό μας, κάπου ένας χρόνος μετά την απώλεια της μητέρας μου (την ημέρα που χάθηκαν τα παιδιά ήταν χρόνος παρά 20 ημέρες) πήραμε σβάρνα τα γήπεδα της επικράτειας…
Καστοριά με -7,Καβάλα δύο μέρες ταξίδι, Παναχαϊκή… εκείνη την Κυριακή πήρα τον πατέρα μου από το καφενείο, μεσημεράκι.
Αλκυονίδες, πειραιώτικος ουρανός με γλαυκό ήλιο, πως να το χάσεις το γήπεδο… με δύο κατοστάρικα στην τσέπη, όσο πιο σπαρτιάτικα θα μπορούσε κυλήσει μία Κυριακή πριν το θλιβερό σχολείο… φτηνά και τελευταία εισιτήρια στη θύρα 6.
Με τη συγκατάβαση του ελεγκτή στο αίτημα “αθλητισμός είναι, τα παιδιά δεν πληρώνουν”, μπήκαμε και μας περίσσεψε ένα πενηντάρικο, ώστε μετά το ματς να περνάγαμε και από το φτηνό το στέκι για μία Άμστελ…
Κρυφά είχα ξαναπάει στην 7. Γνώρισα κόσμο και τον χαιρέτησα, o πατέρας μου είπε: “καταλαβαίνω πως έχεις ξανάρθει, αλλά δεν θέλω χουλιγκανισμούς”. Έδωσα το λόγο μου, ήξερε και ο ίδιος πως δεν υπήρχε άλλη φτηνή διέξοδος διασκέδασης για ένα παιδί που στην πραγματικότητα η ζωή του άλλαζε πρόσημο καθημερινώς…
Λίγο μετά τα μέσα του πρώτου ημιχρόνου ο Γαλάκος “μας”, -γιατί όλοι οι παίκτες του Ολυμπιακού μέχρι κάποια εποχή υπήρχαν εκεί για κάποιο λόγο, βαθύτερο- σημειώνει ένα πανέμορφο γκολ, στο τέρμα που κοιτάει την Καστέλα.
Στην ανάπαυλα ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος… το δεύτερο ημίχρονο ήταν καταιγιστικό. Λίγο πριν τη λήξη η θύρα 7 παραδοσιακά έτρεχε να προλάβει να παραταχθεί στην υποδοχή των παιχτών κάτω από τα τότε “δημοσιογραφικά”.
Το αρχιτεκτόνημα για την εποχή του, το όμορφο ελλειπτικό τούνελ που διέτρεχε τις θύρες 6-7-8 έμελλε να μετατραπεί στον τάφο των 21 παιδιών.
Εμείς είχαμε τύχη. Ατελείωτη τύχη. Αρνηθήκαμε το πρωτόκολλο να τρέξουμε με την “7” και παραμείναμε λίγο κάτω από το “ρολόι” σκεπτόμενοι πως η απόπειρα να πλησιάσουμε στην πανηγυρική έξοδο των παικτών θα ήταν ανεδαφική εντελώς o πατέρας μου, μου είπε: ” θα πάμε άλλη φορά, ή και στο ξενοδοχείο που μαζεύεται η ομάδα” πριν κάθε παιχνίδι.
Ίσως γι αυτό να είμαστε εδώ ακόμα. Να θυμόμαστε.
Η μοναδική μου διέξοδος εκείνα τα μαύρα χρόνια πήρε και αυτή πένθιμο χρώμα .Θυμάμαι τα ασθενοφόρα, θυμάμαι τις φωνές όσων γλίτωσαν, θυμάμαι πως κλαίγαμε μέσα στο αμάξι μέχρι να γυρίσουμε στο σπίτι, θυμάμαι τα λουλούδια και τα κασκόλ που αφήσαμε στα σκαλοπάτια εκείνα την επόμενη βδομάδα.
7.2.81, 35 χρόνια μετά. Αυτά τα σκαλοπάτια ,τα “τσιμέντα” θα έχουν πάντα μέσα τους τις ιαχές σας φίλοι που δε σας γνώρισα ποτέ.
Αιωνία η μνήμη σας. Είθε οι δικοί σας στα χρόνια που πέρασαν να βρήκαν κάποια παρηγοριά…