Οι τελικοί του μπάσκετ τελείωσαν και βρήκαν τον Παναθηναϊκό να θριαμβεύει στο ΣΕΦ κατακτώντας το πρωτάθλημα. Ήταν η χειρότερη σειρά από πλευράς Ολυμπιακού, ωστόσο, ίσως είναι και η πρώτη φορά που η ανάλυση μπορεί να είναι τόσο… εύκολη.
Διότι το μπάσκετ παίζεται με αθλητές και όταν σε μια ομάδα δεν έχει απομείνει ίχνος ενέργειας, πολύ απλά, σε μια σειρά αγώνων, η εμπειρία και η ποιότητα πηγαίνουν περίπατο. Ο Σπανούλης και ο Πρίντεζης δεν ξέχασαν το μπάσκετ που ήξεραν. Το μπάσκετ που φέτος τους οδήγησε στον τελικό της Ευρωλίγκας. Κατά τη διάρκεια της διακοπής στον πέμπτο τελικό, λόγω των επεισοδίων, η κάμερα στράφηκε προς τα πρόσωπα του αρχηγού και του υπαρχηγού του Ολυμπιακού, την ώρα που κάθονταν στον πάγκο. Στα πρόσωπά τους καθρεπτιζόταν όλη η κούραση της χρονιάς. Όλη αυτή η υπέρβαση, η τεράστια προσπάθεια. Περισσότερο, όμως, φαινόταν να έχει τσαλακωθεί ο εγωισμός τους. Παρότι δεν έφταιγαν για την εικόνα που έβγαλαν στους τελικούς. Δεν έφταιγαν, ακόμα και όταν δεν ευστοχούσαν σε λέι απ κάτω από το καλάθι ή όταν έκαναν το ένα λάθος πίσω απ’ τ’ άλλο.
Διότι το μυαλό είναι καθαρό, όταν το σώμα είναι ξεκούραστο. Το κακό για τον Ολυμπιακό ήταν το γεγονός ότι έφθασε να τα περιμένει όλα από αυτούς τους δύο ΚΑΙ σε αυτά τα ματς, με αποτέλεσμα, όχι απλώς το παιχνίδι του να γίνει μονοδιάστατο και κατ’ επέκταση προβλέψιμο, αλλά και εύκολα αντιμετωπίσιμο. Ο Πασκουάλ τους έβαλε στο στόχαστρο και ο Ολυμπιακός ξέμεινε από λύσεις. Βεβαίως βοήθησαν οι Παπανικολάου, Μάντζαρης και Μιλουτίνοφ, αλλά και το ξέσπασμα του Γκριν στον δεύτερο τελικό, όμως αυτό δεν ήταν αρκετό για να στερήσει από τον πολύ πιο φρέσκο Παναθηναϊκό το πρωτάθλημα. Τον Παναθηναϊκό που έτρεχε περισσότερο, έβγαζε περισσότερη ενέργεια σε κάθε μονομαχία και φάνηκε να έχει περισσότερες επιλογές.
Επιλογές που δεν είχε ο Ολυμπιακός, και αυτό ξεσηκώνει μια διαφορετική συζήτηση σχετικά με τη διαχείριση του ρόστερ, αλλά και τις επιλογές που έγιναν για την αντικατάσταση των Χάκετ και Λοτζέσκι. Διότι, κακά τα ψέματα, τα τελευταία χρόνια, ο μπασκετικός Ολυμπιακός ξεκινά τη σεζόν έχοντας ως στόχο να κατακτήσει τα πάντα σε Ελλάδα και Ευρώπη. Με αυτό το σκεπτικό υποτίθεται πως κάνει τον προγραμματισμό του, δηλαδή, έχοντας κατά νου ότι μπορεί να διεκδικεί πρωτάθλημα τον Ιούνιο, έχοντας αγωνιστεί έως και στον τελικό της Ευρωλίγκας. Όλα έδειχναν πως με αυτήν τη λογική πορευόταν στο πρώτο μισό της σεζόν, οπότε και οι λύσεις φαίνονταν πολλές κι εν μέρει αξιόπιστες.
Μπιρτς, Παπαπέτρου και Γκριν έδιναν βάθος στην ομάδα, ωστόσο, η επιστροφή του Γιανγκ δεν ήταν αυτή που αναμενόταν, ενώ, ο Ουότερς έβγαζε μεν διάθεση, αλλά δεν έπειθε πως μπορεί να… μπει στα παπούτσια του Σπανούλη, όταν θα έρχονταν τα μεγάλα ματς. Εν τέλει, όπως όλα δείχνουν, η επιλογή του κατά τ’ άλλα φιλότιμου Αμερικανού, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόδοση του Σπανούλη στους τελικούς της Α1. Διότι στα μεγάλα παιχνίδια ο Αμερικανός δεν ήταν… Χάκετ, κι έτσι περνούσαν από τα χέρια του αρχηγού του Ολυμπιακού περισσότερα απ’ όσα θα «έπρεπε». Σιγά-σιγά, μέσα στο δεύτερο μισό της σεζόν, το ίδιο συνέβη και με τον Πρίντεζη, καθώς η απόδοση του Μπιρτς άρχισε να φθίνει.
Στην υπόθεση του Ουότερς, λοιπόν, υπάρχει λάθος. Διότι ο Σπανούλης εξακολουθεί να είναι το πρώτο βιολί του Ολυμπιακού, μα πλέον χρειάζεται ειδική διαχείριση, ήτοι, έναν παίκτη εγνωσμένης αξίας προκειμένου να τον αντικαθιστά επάξια μέσα στο παρκέ και όχι μια μεταγραφή – ρίσκο. Δεν είναι δυνατόν να το κάνεις σωστά πέρυσι με την απόκτηση του Χάκετ και να μην κάνεις το ίδιο έναν χρόνο μετά, όταν ξέρεις πως ο Σπανούλης χρειάζεται ακόμα καλύτερη διαχείριση. Βεβαίως, αποτελεί ελαφρυντικό το γεγονός ότι ο Χάκετ τραυματίσθηκε στα μέσα της χρονιάς, ωστόσο, πιστεύω, πως εάν στον Ολυμπιακό προέβλεπαν το αποτέλεσμα, δεν θα είχαν ψωνίσει από το κάτω ράφι. Και πολλές φορές η σωστή πρόβλεψη αποδεικνύεται κλειδί σε τόσο υψηλό επίπεδο, όσο σε αυτό που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια ο Ολυμπιακός.
Ιδιαίτερα στο Final Four, ο Ολυμπιακός έριξε τα βασικά του όπλα, ωστόσο, η ομάδα δεν έμοιαζε να έχει το βάθος, για το οποίο μας είχε προϊδεάσει στην αρχή της σεζόν. Μέσα σε όλα αυτά, σιγά-σιγά χανόταν ακόμα μία πολύτιμη λύση: o Ιωάννης Παπαπέτρου είχε την αντίστροφη πορεία από αυτή που υποσχόταν η παρουσία του στα παρκέ, με αποκορύφωμα την εξαφάνισή του στους τελικούς της Α1. Κάτι που δεν αναμενόταν. Δύσκολα μπορεί να αιτιολογηθεί το ψυχολογικό άδειασμα του ταλαντούχου Έλληνα φόργουορντ.
Με δυστοκίες, λοιπόν, σε κάποιες επιλογές, την ατυχία να τον χτυπά με τους Χάκετ και Λοτζέσκι, αλλά και την ελεύθερη πτώση της απόδοσης κάποιων παικτών του, ο Ολυμπιακός πραγματοποίησε έναν άθλο, πηγαίνοντας στον τελικό της Ευρωλίγκας. Έκανε το καθήκον του ως μεγάλη ομάδα. Ο πυρήνας των επιτυχιών αυτής της ομάδας τα έδωσε όλα στην Κωνσταντινούπολη, όμως στους τελικούς της Α1 οι εν λόγω κολώνες κατέρρευσαν. Μοιραία δεν υπήρχε εναλλακτικό σχέδιο και το πρωτάθλημα χάθηκε.
Η επόμενη ημέρα δεν πρέπει να περιέχει απογοήτευση. Ο Ολυμπιακός βρέθηκε για όγδοη φορά στην ιστορία του στον τελικό της Ευρωλίγκας. Αυτό από μόνο του αποτελεί ένα σπουδαίο κατόρθωμα. Βεβαίως, τον πλήγωσε η ήττα από τον «αιώνιο» αντίπαλο, ωστόσο, από καθετί αρνητικό προκύπτουν διδάγματα, ώστε να βελτιωθείς και να μην επαναλάβεις λάθη του παρελθόντος. Ο Ολυμπιακός μπορεί ν’ ανασυνταχθεί, και με ψυχραιμία, ορθολογικές επιλογές, και κυρίως προνοητικότητα, να προσπαθήσει ξανά για το καλύτερο.
ΥΓ: Πώς να εκφραστεί πια κανείς για τα επεισόδια; Οποιαδήποτε σχόλια θα φάνταζαν ως ευχολόγια. Στο ίδιο έργο θεατές…