«Άντε, πάμε να φύγουμε. Τελείωνε επιτέλους αυτό το τσιγάρο».
Ήταν η τελευταία κουβέντα που άκουσε πριν τον δει.
Τι πάει να πει ήταν η τελευταία κουβέντα;
Ουσιαστικά, τίποτα. Δεν έχει σημασία. Θα μπορούσε να είναι το «Τι ώρα είναι;» ή «Να σας πληρώσουμε;».
Δεν έχει καμία σημασία, όμως ακόμα και αυτό, πολύ καιρό μετά, το είδε σαν σημάδι.
Πάντα, μετά από ένα χωρισμό, ακόμα και τον πιο ανώδυνο, τα σημάδια γίνονται οι πιο πιστοί μας σύντροφοι.
Σημάδια, που δεν υπάρχουν και ταυτόχρονα είναι τόσο φανερά.
Τον είδε την ώρα, που η Μαρία της είπε, «πάμε να φύγουμε».
Αν είχε φύγει και εκείνη από αυτόν πριν τον γνωρίσει…
Μα όχι, αυτό είναι ουτοπία.
Όταν κάτι σου αρέσει, σε ελκύει ή όπως τελοσπάντων θα μπορούσε κανείς να το ονομάσει αυτό που αισθάνθηκε, δεν φεύγεις.
Αυτή, η αίσθηση λειτουργεί λίγο σαν ναρκωτικό.
Δεν σκέφτεσαι καθαρά και κυρίως δεν μπορείς να προβλέψεις το μετά.
«Πάμε να φύγουμε;».
«Όχι, τώρα»…
Δυο μέρες πριν, την μέρα των γενεθλίων της, η Κατερίνα είχε βγει με την Μαρία και γυρίζοντας σπίτι, αρκετά ζαλισμένες, έπιασαν μια… φιλοσοφική συζήτηση.
Αλήθεια, γιατί πάντα όταν είμαστε ζαλισμένοι από το ποτό, έχουμε την τάση να λύνουμε τα μυστήρια της ζωής; Ένα ποτήρι παραπάνω και ξαφνικά μεταμορφωνόμαστε σε Πλάτωνα και Αριστοτέλη!
Έτσι και εκείνες.
«Μαρία, να με ακούς εμένα, δεν υπάρχει κεραυνοβόλος έρωτας. Δεν λέω, στις ταινίες και στα βιβλία καλός είναι, σε κάνει να ξεχνιέσαι και λιγάκι. Αλλά στη ζωή, δεν ισχύει.
Άκου εκεί κεραυνοβόλος.
Πρώτα από όλα και μόνο η λέξη κακό σημάδι είναι. Για σκέψου, από που προκύπτει η λέξη κεραυνοβόλος;
Από τον κεραυνό.
Και ο κεραυνός με τι είναι… ζευγάρι;
Με την αστραπή.
Άρα, ο κεραυνοβόλος έρωτας θα πρέπει να είναι και αστραπιαίος.
Δηλαδή, σύντομος.
Δηλαδή, Μαρία μου, τόσο κακό, για το τίποτα.
Να σε χτυπήσει σαν κεραυνός και να σου φύγει και γρήγορα.
Και όλο αυτό το λένε καλό;
Εμένα, πάντως δεν μου ακούγεται καλό, γι αυτό και δεν θα το πάθω».
Τώρα, δυο μέρες μετά, έχει πάνω από δύο λεπτά που κοιτάει σε ένα σημείο και δεν έχει πει κουβέντα… Δύο αντιδράσεις που σίγουρα δεν είναι χαρακτηριστικές για εκείνη.
Το μυαλό της δεν είναι… πουθενά.
Πουθενά;
Πως γίνεται αυτό;
Δεν μπορεί να μην είναι πουθενά.
Το μυαλό της, πάντα κάπου είναι.
Αυτά, που γράφουν κάποια βιβλία ψυχολογίας για «κενή σκέψη» και «άδειασμα του μυαλού», ποτέ δεν τα καταλάβαινε.
Κι όμως, τώρα το μυαλό της είναι άδειο.
Ή μάλλον όχι.
Δεν είναι άδειο, αντίθετα είναι ασφυκτικά γεμάτο, από μια εικόνα.
Την εικόνα του.
Ξαναγυρνάει το βλέμμα της στην πόρτα.
Που πήγε;
Δεν είναι εκεί.
Πανικοβάλλεται.
Ψάχνει με τα μάτια όλο το μαγαζί και ηρεμεί μόνο όταν τον εντοπίζει.
Είναι μελαχρινός. Ψηλός.
Να το πρόβλημα.
Μα έτσι αρχίζουν πάντα εκείνες οι χαζές ιστορίες αγάπης που απεχθάνεται.
«Είναι ψηλός, αρρενωπός, με κάτι μάτια που της κόβουν τη ανάσα…».
Μα καθόλου φαντασία δεν έχουν αυτοί που τα γράφουν;
Άκου εκεί, της κόβουν την ανάσα τα μάτια του.
Και εκείνο το αρρενωπός.
Δηλαδή, πως είναι; Θεληματικό πιγούνι και πρόσωπο σκληρό;
Όχι, αυτές δεν ήταν περιγραφές για εκείνη.
Γυρνάει και τον κοιτάει.
Εκείνος κάθεται σε έναν καναπέ, διαγώνια από αυτήν. Μιλάει και χαμογελά…
Θα έπαιρνε όρκο ότι αυτός ήταν που είχε δει κανά δυο φορές στον ύπνο της.
Σύνελθε, λέει στον εαυτό της.
Αλλά, πάλι, όσο τον κοιτά, τόσο πιο σίγουρη είναι πως το πρόσωπο του είναι αυτό που είχε ονειρευτεί.
Είχε διαβάσει κάποτε σε ένα βιβλίο ότι πολλές φορές, ανθρώπους που δεν τους ξέρουμε και απλώς τους συναντάμε τυχαία στο δρόμο να μας προσπερνούν σε ένα φανάρι ή να περιμένουν στην ίδια στάση με εμάς ένα άλλο λεωφορείο, τους βλέπουμε στον ύπνο μας. Μπορεί, εμείς να μην τους θυμόμαστε πια, αλλά το υποσυνείδητο – ή μήπως το ασυνείδητο; Πάντα τα μπερδεύει αυτά – κρατάει την εικόνα. Μετά της δίνει σάρκα και οστά και στο τέλος της αναθέτει ρόλο στην «ταινία» των ονείρων μας. Ακόμα και ρόλο πρωταγωνιστή.
Ευτυχώς που το είχε διαβάσει αυτό.
Την έσωσε.
Αυτό είναι, είπε στον εαυτό της. Κάπου θα τον έχω πετύχει και μετά τον είδα στον ύπνο μου.
Εκείνος, γυρνάει προς το μέρος της και το βλέμμα του συναντά φευγαλέα το δικό της.
Ήταν η τελευταία φορά που ένιωσε ότι κάτι κακό θα συμβεί.
Η επόμενη φορά ήταν όταν το κακό εκείνο είχε συμβεί και αυτή απλά τώρα το βίωνε…