Και συνέβη…
Στα πέριξ, εκεί που είναι όσοι σιγοψιθυρίζουν ακόμα τα τραγούδια του…
Μεγάλη επιτυχία για ένα παιδί από τα Τρίκαλα…
Ένα βλάχο, όπως τον αποκαλούσαν οι συνάδελφοί του, καθώς ήταν σπάνιο να είναι ρεμπέτης ένας στεριανός.
Έναν παραλίγο δικηγόρο που έφερε το ρεμπέτικο κοντά στο λαό..
Ένα ρεμπέτικο που είχε χάσει το δρόμο του, είχε περιθωριοποιηθεί…
Ένα ρεμπέτικο που, μετά από εκείνον, ανήκει σε όλους μας.
Η 18η Ιανουαρίου είναι μία περίεργη μέρα γι αυτό το ρεμπέτικο.
Γιατί από την μία του χάρισε έναν από τους μεγαλύτερους δημιουργούς του και από την άλλη του τον στέρησε…
Γιατί στις 18 Ιανουαρίου του 1915 γεννήθηκε ο Τσιτσάνης και στις 18 Ιανουαρίου του 1984 πέθανε…
Ο Βασίλης Τσιτσάνης γεννήθηκε στα Τρίκαλα, ενώ η καταγωγή του ήταν από την Ήπειρο. Το ενδιαφέρον του για την μουσική το έδειξε από την μικρή ακόμα ηλικία, όταν ήδη έπαιζε μαντολίνο, βιολί και μπουζούκι, αλλά δεν είχε σκοπό να ασχοληθεί επαγγελματικά με αυτό.
Αντιθέτως, ήρθε στην Αθήνα, για να σπουδάσει Νομική.
Όμως, ταλέντα σαν τον Τσιτσάνη έχουν έρθει σε αυτή τη ζωή για την μουσική…
Και με έναν μαγικό τρόπο, πάντα εκείνη τους κερδίζει.
Η πρώτη του εμφάνιση έγινε στο μαγαζί «Μπιζέλια», ενώ στη συνέχεια γνώρισε τον Δημήτρη Περδικόπουλο και εκείνος τον πήγε στην Odeon, όπου ηχογράφησε τα πρώτα του τραγούδια.
Το «Σ’ έναν τεκέ μπουκάρανε» ήταν η πρώτη του ηχογράφηση…
Από εκεί και πέρα είναι όλα πάνω κάτω γνωστά.
Βιογραφίες για τον Τσιτσάνη έχετε διαβάσει πολλές και τα τραγούδια του, τα περισσότερα, τα ξέρετε…
Όπως πιθανώς ξέρετε και το «Ουζερί ο Τσιτσάνης» που άνοιξε στη Θεσσαλονίκη και για τέσσερα χρόνια , από το 1942 έως το 1946 έγινε ένα από τα πιο αγαπημένα στέκια.
Ή για τη σχέση του με την Μαρίκα Νίνου, μία σχέση γεμάτη πάθος και εντάσεις όπως και το ίδιο το ρεμπέτικο που οι δυο τους υπηρέτησαν…
Και όλα αυτά τα ξέρετε γιατί ο Τσιτσάνης είναι ο δικός μας άνθρωπος.
Εκείνος που μίλησε για τον πόνο μας, τα όνειρά μας, τα προβλήματά μας, που παραμένουν τελικά ίδια όσα χρόνια κι αν περάσουν…
Εκείνος που μας έκανε να λατρέψουμε ακόμα και μία… “Συννεφιασμένη Κυριακή”.
Ήταν ο άνθρωπος που κατάφερε να φέρει το Ρεμπέτικο τραγούδι εκεί που ανήκει: Στον λαό…
Γιατί, μπορεί το ρεμπέτικο να θεμελιώθηκε μέσα στους τεκέδες και να συνδέθηκε με το περιθώριο, αλλά ανήκει σε όλους μας,
Είναι εκείνες οι μελωδίες, εκείνοι οι στίχοι, εκείνο το τέλι του μπουζουκιού, που χτυπά μέσα στην καρδιά και φέρνει έναν αναστεναγμό…
Έναν αναστεναγμό για κάθε νότα, για κάθε τραγούδι…
Και ο Τσιτσάνης έφερε αυτόν τον αναστεναγμό σε όλους μας…
Σεβασμός και μόνο… στον άνθρωπο που καταφέρνει ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια μετά το θάνατό του, να μας γιατρεύει τις πληγές με το μπουζούκι του.
Ένα μπουζούκι που ποτέ δεν θα σιγήσει…