Ένα από τα βασικότερα εμπόδια, τα οποία υψώνονται μπροστά στην προσπάθεια της ελληνικής κοινωνίας να ορθοποδήσει, είναι η νοοτροπία της ανάθεσης, η οποία έχει αποκτήσει τόσο μακριές ρίζες στο εσωτερικό της, που χρειάζονται πολύπλευρες υπερβάσεις προκειμένου να εξαλειφθεί…
Η μετάβαση, δηλαδή, από την εξυπηρέτησή μας από ένα κράτος, το οποίο συνδιαλεγόταν και παράλληλα συνδιαπλεκόταν μαζί μας, δια των εκπροσώπων του, στη δημιουργία συλλογικοτήτων από εμάς, τη συμμετοχή μας σε ήδη υπάρχουσες ή την προσπάθεια εξυγίανσης εκείνων που κρίνεται ότι τη χρειάζονται.
Διότι εάν δεν γίνει κατανοητό, το γεγονός πως η σημερινή κυβέρνηση είναι δέσμια μιας κατάστασης, την οποία διαμόρφωσε μια αλληλουχία κακών χειρισμών επί δεκαετίες, τότε θα οδηγούμαστε διαρκώς σε λανθασμένα συμπεράσματα και θα παραμένουμε εντός ενός φαύλου κύκλου αλλαγής προσώπων στην εξουσία.
Λανθασμένα συμπεράσματα, όπως για παράδειγμα ότι υπάρχει περίπτωση οι φανατικότεροι εκφραστές του Νεοφιλελευθερισμού στη χώρα μας (βλ. Κυριάκος Μητσοτάκης) ν’ αντεπεξέλθουν καλύτερα σε ζητήματα, τα οποία αφορούν λαϊκές διεκδικήσεις και δικαιώματα, την ίδια στιγμή, που για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να αντιπαρατεθούν σκληρά με ομοϊδεάτες τους, ο οποίοι παρεμβαίνουν είτε μέσω της τρόικας, είτε μέσω άλλων οργάνων και θεσμών, σε ό,τι έχει να κάνει με αποφάσεις στο εσωτερικό της Ελλάδας.
Υπάρχει, δηλαδή, ένας παραλογισμός, ο οποίος ωστόσο έχει εξήγηση: Γεννάται μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της αδράνειας, η οποία με τη σειρά της πηγάζει από το γεγονός, ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών παραμένει έκπληκτη μπροστά στις εξελίξεις και δεν γνωρίζει πώς πρέπει να δράσει. Και αυτό, διότι πια αναγνωρίζει μόνο τον οικείο προς αυτήν δρόμο, των βουλευτικών εκλογών και της ανάθεσης. Της ανάθεσης της επίλυσης των προβλημάτων της σε μια κυβέρνηση και μάλιστα -εν προκειμένω- σε μια κυβέρνηση που δεν μπορεί να εφαρμόσει ανεξάρτητα την πολιτική της. Εν τέλει, ενδέχεται ν’ αποτύγχανε ούσα ελεύθερη να νομοθετήσει, όμως θα ήταν λάθος να κρίνουμε με υποθέσεις.
Το ερώτημα που ευλόγως γεννάται, είναι το εξής: Πότε θα γίνει αντιληπτό, πως τουλάχιστον έχουν αλλάξει οι προθέσεις, μα κυρίως πως πλέον υπάρχει πρόσφορο έδαφος; Πρόσφορο έδαφος για να δημιουργηθούν υποδομές αναπτυξιακού χαρακτήρα και συλλογικότητες που θα διεκδικούν και θ’ αλλάζουν τη μορφολογία του κάθε δήμου και της κάθε κοινότητας από τους πολίτες τους! Πρόσφορο έδαφος, ώστε να υπάρξει οργάνωση και υγιείς κοινωνικές δομές. Υπάρχει προοδευτική σκέψη, βούληση και λογική, αλλά θα πρέπει να υπάρξει και από εμάς, διάθεση για συμμετοχή στα κοινά. Σε ό,τι μας αφορά, όπου μπορούμε να συνεργαστούμε και για εμάς.
Αναγκαστικά, σε αυτόν τον δύσκολο δρόμο που μας έχουν βάλει, ο οποίος φαντάζει αδιέξοδος, αποτελεί και δική μας ευθύνη να δημιουργήσουμε διεξόδους. Είναι δύσκολη η ενεργοποίηση μας με την ψυχολογία στα τάρταρα, ενώ, το πελατειακό κράτος του παρελθόντος, φρόντισε να μας εκπαιδεύσει διαφορετικά, παρέχοντας μας ευκολίες, οι οποίες -άθελά μας- δόμησαν και τη νοσηρή πραγματικότητα, που εν τέλει κατέρρευσε νομοτελειακά και όχι μοιραία. Ωστόσο, επιβάλλεται να κατανοήσουμε, ότι όσο καθυστερούμε τη δική μας συμβολή στην εκ βάθρων αναμόρφωση της κοινωνίας μας, τόσο περισσότερο θ’ αργούν και οι καλύτερες ημέρες…