Όταν κινούσαμε στις πέντε το πρωί, τέσσερις φίλοι μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο, δεν μπορούσαμε να φαντασθούμε την κωμική περιπέτεια, που έμελλε να ζήσουμε κείνο το ρημαδιασμένο χάραμα…
Ήταν περίπου καμιά δεκαριά χρόνια πίσω και πηγαίναμε τον Κώστα στο Ελ. Βενιζέλος να πάρει το αεροπλάνο για Κρήτη. Σπούδαζε τότε στο Ρέθυμνο. Αφού τον ξεπροβοδίσαμε, πήραμε τον δρόμο του γυρισμού από την Αττική Οδό.
Με την κουβέντα, ξεχαστήκαμε και χάσαμε την έξοδο προς Πειραιά. Εκείνον τον καιρό, η αλήθεια είναι, πως από προσανατολισμό και τα συναφή, είχαμε και οι τρεις εναπομείναντες μαύρα μεσάνυχτα.
Τελικά, αποφασίσαμε να βγούμε στο Ασπρόπυργο. Πόσο δύσκολο θα μπορούσε να είναι να επιστρέψουμε στο Κερατσίνι; Λίγα λεπτά αργότερα, είχαμε ήδη χαθεί για τα καλά. Από τους ασφαλτοστρωμένους δρόμους, βρεθήκαμε στις ερημιές, μέσα σε χωματόδρομους, πίσσα σκοτάδι, χωρίς κανέναν φωτισμό.
Ανηφορίζοντας μέσα σε μια βιομηχανική περιοχή, της οποία την ύπαρξη αγνοούσαμε, καταλήγαμε από αδιέξοδο σε αδιέξοδο, χωρίς να υπάρχει ψυχή να ρωτήσουμε για βοήθεια.
Με τα πολλά, βρεθήκαμε ακριβώς δίπλα στην Εθνική Οδό, ωστόσο, όσο κι αν προσπαθούσαμε, είσοδο προς τον δρόμο δεν βρίσκαμε. Κάνοντας δεκάδες κύκλους, καταλήγαμε στο ίδιο σημείο.
Κάποια στιγμή, κτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο Κώστας, ο οποίος είχε φθάσει στο σπίτι του στο Ρέθυμνο. Περιττό να περιγράψω τους διαλόγους που ακολούθησαν. Λίγη ώρα αργότερα και με τον ήλιο πια να ζεσταίνει το παγωμένο χειμωνιάτικο σκηνικό, βρήκαμε έναν περαστικό και μας έδωσε τη λύση. Μας κατεύθυνε προς την Εθνική Οδό. Τον δρόμο, ο οποίος ήταν ακριβώς δίπλα μας, αλλά εμείς πέφταμε διαρκώς σε αδιέξοδα.
Κάπως έτσι δεν είναι και σήμερα τα πράγματα για πολλούς συμπολίτες μας;
Καταφέρνεις ύστερα από τόσα πολλά χρόνια, να βρεις τον δρόμο που οδηγεί στη λύση του προβλήματος, την Εθνική Οδό ή ας πούμε τον… Σοσιαλισμό. Είσαι δίπλα σε αυτόν τον δρόμο. Τον βλέπεις. Κι όμως, δεν μπορείς να τον διαβείς.
Διότι υπάρχει πολύ σκοτάδι, πολλές ανηφοριές, δύσβατα μονοπάτια και αδιέξοδα. Πολλά αδιέξοδα. Κι ούτε διαβάτης να του ζητήσεις βοήθεια. Μια «Πορτογαλία» αχνοφαίνεται καμιά φορά μέσα στο σκοτάδι, αλλά πια δεν μπορείς να είσαι σίγουρος αν σε γελούν τα μάτια σου ή όχι.
Να καταφέρνεις με τα πολλά να βρεις τον δρόμο και να μην μπορείς να τον διαβείς. Αφού σε αυτήν την περίπτωση, το τιμόνι το στρίβει κάποιος άλλος, από τη θέση του συνοδηγού. Και αυτή η περιπέτεια, δεν είναι διόλου κωμική…
Ποιος ξέρει. Ίσως, όταν πια ξημερώσει, βρούμε πολλούς διαβάτες. Που θα μας δείξουν τον δρόμο, για να… αποδράσουμε από τον «Ασπρόπυργο».