Το τραγούδι αυτό –λαϊκό μεν, αναγνωρίσιμο από όλους δε- λίγο πολύ άπαντες το… τιμήσαμε.
Το σιγοτραγουδήσαμε, το χορέψαμε, κουνήσαμε το κεφάλι με κατανόηση…
Σε γενικές γραμμές το νιώσαμε.
Αλλά, δεν το εφαρμόσαμε.
Γιατί οι κόκκινες γραμμές είναι πονεμένη ιστορία.
Ένα κόκκινο, σαν το αίμα κάποιες φορές, που είναι πολύ δύσκολο να το επιλέξεις…
Αλλά και όταν ακόμα πιστεύεις ότι καταφέρνεις να τραβήξεις την κόκκινη γραμμή, έρχεται μία ανατροπή και αποδεικνύει πως ίσως δεν την έκανες με μελάνι, αλλά με μολύβι. Και σβήνει εύκολα…
Γιατί όμως μας είναι τόσο δύσκολο να τραβήξουμε κόκκινη γραμμή;
Να βάλουμε ένα τέλος, ακόμα και σε όσα ξέρουμε ότι μας κάνουν κακό;
Μένουμε σε λάθος καταστάσεις, κρατάμε δίπλα μας τοξικούς ανθρώπους και αναλωνόμαστε σε συζητήσεις για το πόσο ωραίο θα ήταν να μην υπήρχαν όλα αυτά.
Αλλά όταν έρχεται η ώρα να τα διαγράψουμε κάνουμε πίσω.
Μια απόφαση είναι, η οποία πολλές φορές θα μπορούσες να χαρακτηριστεί μονόδρομος και όμως εμείς δειλιάζουμε.
Πρώτα από όλα είναι ο νόμος της συνήθειας. Η πανάκεια και το λάθος των ανθρώπων. Εκείνο που μισούν και, την ίδια ώρα, εκείνο πάνω στο οποίο δομούν τη ζωή τους. Η συνήθεια…
Μια κόκκινη γραμμή με μελάνι ανεξίτηλο δίνει τέλος οριστικό σε ότι είχαμε συνηθίσει. Είτε αυτό είναι άνθρωπος, είτε κατάσταση. Ακόμα και μία κατάσταση η οποία μας πληγώνει, έχει γίνει συνήθεια και φοβόμαστε να προχωρήσουμε χωρίς την ύπαρξή της. Έτσι μένουμε μέσα σε αυτή και αντί να τραβήξουμε κόκκινη γραμμή, «τραβάμε από τα μαλλιά» τις αντοχές μας.
Και πληγωνόμαστε.
Και ξέρουμε ότι μόνο το τέλος θα μας σώσει.
Και δεν το βάζουμε.
Από την άλλη είναι η ανασφάλεια. Ή –καλύτερα- η έλλειψη εμπιστοσύνης στον ίδιο τον εαυτό μας.
Ξέρουμε ότι το τέλος είναι μονόδρομος, αλλά, την ίδια στιγμή, φοβόμαστε ότι μπορεί να κάνουμε λάθος. «Αν τραβήξω κόκκινη γραμμή και μετά συνειδητοποιήσω ότι δεν έπρεπε;». Σκέψη λανθασμένη εν τη γενέσει της, καθώς και μόνο το γεγονός ότι αναζητάς σωτηρία στο τέλος, σημαίνει ότι προς τα εκεί οδηγείσαι θέλεις δεν θέλεις να το αποδεχτείς.
Και τέλος είναι και το συναίσθημα. Γιατί οι καταστάσεις στις οποίες επιβάλλεται κόκκινη γραμμή είναι εκείνες στις οποίες συνήθως επένδυσες μεγάλο κομμάτι των συναισθημάτων σου. Άνθρωποι ή συνθήκες ζωής με τις οποίες ένιωσες. Αισθάνθηκες. Και η μνήμη του συναισθήματος είναι πάντα τόσο δυνατή. Είναι σαν ένα χέρι που σε σταματά την ώρα ακριβώς που ακουμπάς το κόκκινο μελάνι στο χαρτί.
Όλα αυτά είναι οι λόγοι που εσύ δεν έβαλες την κόκκινη γραμμή.
Υπάρχει όμως και το απρόβλεπτο.
Εκείνο που, ώρες ώρες, κάνει στην άκρη κάθε ορθολογισμό και σε κάνει να πιστεύει στην μοίρα, στο κάρμα και σε ότι άλλο περιγράφει εκείνο που απλά δεν περίμενες… Είναι αυτό που εμποδίζει τις κόκκινες γραμμές, την στιγμή ακριβώς που τις έχεις αποφασίσει. Και φυσικά είναι το πιο δύσκολο από όλα. Αλλά και πολύ σπάνιο…
Κάπως έτσι λοιπόν, τόσες κόκκινες γραμμές στη ζωή σου δεν έγιναν ποτέ.
Το πρόβλημα είναι ότι εξαιτίας αυτού του γεγονότος, δεν μπόρεσες να γράψεις τα καινούργια κεφάλαια που είχες δικαίωμα…
Μαζί με τις ασχεδίαστες κόκκινες γραμμές έμειναν και πολλές σελίδες κενές.
Και κάπως έτσι το βιβλίο σου μένει μισό…
Γίνεται ένα μικρό διήγημα ενώ είχες την ευκαιρία να γράψεις μυθιστόρημα…
Αυτό που δεν καταλαβαίνεις -δεν καταλαβαίνω, δεν καταλαβαίνουμε- είναι ότι εμείς έχουμε το μελάνι στα χέρια μας.
Μένει να πιστέψουμε πως μπορούμε να γίνουμε οι συγγραφείς του βιβλίου μας.
Και να φροντίσουμε να διεκδικήσει Νόμπελ…