Το να αναλύεις το πώς ψήφισε σε ένα δημοψήφισμα ένας λαός στον οποίον δεν ανήκεις, σε μια χώρα όπου δεν ζεις, είναι πάντα παρακινδυνευμένο, έως και υπερφίαλο. Αυτό όμως ήταν και το κεντρικό αφήγημα της “μίας Ευρώπης”: Οι οικονομίες μας θα έρχονταν κοντά, οι άνθρωποι θα ταξίδευαν ελεύθεροι χωρίς διαβατήρια, η ειδησεογραφία θα αφορούσε τους πάντες, οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι θα διάβαιναν τα σύνορα, οι δημοκρατικοί θεσμοί με κοινωνικό προσανατολισμό θα εμπεδώνονταν σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα, μέχρι που όλοι να συνειδητοποιήσουμε πως η Ευρώπη είναι “το κοινό μας σπίτι”.
Ήταν αυτή η επαγγελία της ΕΟΚ, όταν εξελίχθηκε σε Ευρωπαϊκή Ένωση με διαδικασίες που κανένας δεν κατάλαβε.
Τα πράγματα ωστόσο, πήραν άλλη τροπή: Οι οικονομίες ήρθαν κοντά μονάχα στα στοιχεία της Eurostat, που τα συντηρούσε όσο κρατούσε η ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική φούσκα.
Η Γαλλία οικονομικά έχει καταρρεύσει και καταφεύγει σε παραδοσιακές αντιδραστικές πολιτικές υπερεκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης για να ορθοποδήσει, έξι χώρες μπαινοβγαίνουν σε Μνημόνια και κάποιες άλλες κάνουν το σταυρό τους ή έχουν χάσει κάθε ελπίδα.
Οι εργαζόμενοι όντως διαβαίνουν τα σύνορα, αλλά σε εποχές οικονομικής κρίσης, μονάχα για να ρίξουν τα μεροκάματα εκεί που παραμένουν όρθια.
Οι δημοκρατικοί θεσμοί περιλαμβάνουν πλέον και τους απογόνους των χιτλερικών, κυρίαρχους σε χώρες του πρώην ανατολικού συνασπισμού και απειλητικούς σε χώρες όπου κυριαρχούσαν πρώην αντιστασιακοί και δημοκράτες δεξιοί. Και πλέον, το κοινό μας σπίτι ανακαλύψαμε πως έχει αφέντη στη Μπούντεσμπανκ.
Το κίνημα του Brexit δεν έχει προοδευτικά πολιτικά χαρακτηριστικά. Το μαρτυρά η προφανής στήριξη που του έδωσε η βασίλισσα Ελισάβετ και οι πολιτικοί πρωταγωνιστές του που παρελαύνουν κορδωτοί και αλαζόνες στις οθόνες μας.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς, πως οι άνθρωποι αυτοί δεν ζητούνε να ξεφύγουν απ’ τον Σόιμπλε και τις πολιτικές του, αλλά από τις δεσμευτικές αποφάσεις των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων που ξεκινούν από την περιβαλλοντική προστασία και φθάνουν μέχρι τα δικαιώματα των μειονοτήτων και την μεταναστευτική πολιτική.
Η Αγγλία διεκδικεί το δικαίωμα να πουλάει όπλα ή να ξεθεμελιώνει κυβερνήσεις ανά την υφήλιο, αλλά να κλείνει την πόρτα στους πρόσφυγες που δημιουργεί.
Το ερώτημα ωστόσο, δεν είναι μονάχα ποιοι ηγήθηκαν του κινήματος της απόσχισης, αλλά και ποιοί ψήφισαν υπέρ της παραμονής.
Στην Βρετανία, υπέρ της παραμονής ψήφισαν μαζικά οι Σκωτσέζοι, οι οποίοι εξακολουθούν να ψάχνουν ένα στήριγμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να θεμελιώσουν τη δική τους ανεξαρτησία.
Μαζικά ψήφισαν και οι Βορειοϊρλανδοί, οι οποίοι, όχι μόνον έχουν ειδικές σχέσεις με την νότιο Ιρλανδία, αλλά κινδυνεύουν τώρα να αποτελέσουν αποθήκη χιλιάδων λαθρομεταναστών από το Νότο, για τους οποίους δεν θα ισχύει η Συνθήκη του Δουβλίνου.
Κι υπάρχει και μια τρίτη δύναμη που ψήφισε υπέρ της παραμονής: Οι μουσουλμάνοι της Βρετανίας, οι οποίοι αντιλαμβάνονται πως το ενωσιακό δίκαιο τους βοηθούσε να εδραιώσουν τη θέση τους ως θρησκευτική μειονότητα στη χώρα, διατηρώντας και τα ιδιαίτερα εθνοτικά τους χαρακτηριστικά.
Εάν στους παραπάνω προσθέσουμε και εκείνους που έσπευσαν να στηρίξουν την παραμονή, συγκινημένοι ή φοβισμένοι από τη δολοφονία της Τζο Κοξ, βλέπουμε τον αριθμό των ειλικρινών υποστηρικτών της Ένωσης καθαυτής, συρρικνωμένο δραματικά.
Το κίνημα και η νίκη του Brexit δεν θα έπρεπε να χαροποιεί κανέναν προοδευτικό άνθρωπο στην Ευρώπη, κανέναν άνθρωπο τουλάχιστον, που δεν θεωρεί πως η απάντηση στη λαθρομετανάστευση είναι μια “σοβαρή Χρυσή Αυγή”, έστω και υπό την αιγίδα της Αυτού Μεγαλειότητος.
Πώς συμβαίνει λοιπόν, ακόμα και κάστρα των Εργατικών στη Βρετανία να ψηφίζουν κατά 70% υπέρ του Brexit, ενάντια στη γραμμή του κόμματός τους;
Την απάντηση έδωσε ένα σκηνικό που μετέφερε εχθές το βράδυ το BBC από μια εγγλέζικη παμπ. Μια παρέα παιδιών έπιναν τις μπύρες τους χαρούμενοι κάτω από μία τηλεόραση που μετέδιδε τα αποτελέσματα.
Τα παιδιά είχαν ψηφίσει υπέρ της παραμονής, αλλά ήταν όλα χαμογελαστά. Και ο ένας και μοναδικός νεαρός που είχε ψηφίσει υπέρ του Βrexit, όταν ρωτήθηκε από το δίκτυο για τους λόγους της ψήφου του, ελαφρώς πιωμένος και αμήχανος ο ίδιος από τη δημοσιότητα, γύρισε προς την οθόνη της τηλεόρασης και είπε: “Μα γι’ αυτό!”
Όταν στη δημοκρατία, οι κύριοι που παρελαύνουν στην οθόνη σου, το μόνο για το οποίο προσπαθούν να σε πείσουν, είναι πως δεν έχεις λόγο για την ίδια σου τη ζωή, η μόνη διέξοδός σου – και άγρια χαρά – είναι “να τους δεις να τρέχουν”.
Και αν δεν τρέξουν τώρα, δεν θα τρέξουν ποτέ.